Ταξιδεύοντας με το κανονάκι

Ένα ταξίδι μέσα στην ιστορία, στην μελώδια, στο Λα και το Ρε.
Ιστορία
Το όργανο έλκει πιθανότατα το όνομά του από τον γνωστό μουσικό «Κανόνα» του Πυθαγόρα. Παλιότερα, κυρίως στους μεσαιωνικούς χρόνους, ήταν γνωστό με την ονομασία «ψαλτήριο». Οι αρχές του ψαλτηρίου ανιχνεύονται στον ασιατικό χώρο, πολλούς αιώνες πριν από τους αρχαιοελληνικούς κλασικούς χρόνους. Στην αρχαία Ελλάδα, από πολλούς συγγραφείς έχουμε μαρτυρίες για μουσικά όργανα πιθανόν του τύπου του ψαλτηρίου, με ονομασίες όπως τρίγωνον ψαλτήριον, επιγόνειον, μάγαδις, χωρίς να όμως να υπάρχουν εικονογραφημένες μαρτυρίες. Γι’αυτό μόνο υποθέσεις έχουν γίνει έως σήμερα για τη ακριβή σχέση του αρχαιοελληνικού ψαλτηρίου με το κανονάκι. Αντίθετα, στους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους, τα ιστορημένα χειρόγραφα και οι τοιχογραφίες των εκκλησιών έχουν πολλές πληροφορίες για το ψαλτήριο σε σχήμα τριγώνου ή τραπεζίου και για τον τρόπο με τον οποίο κρατιέται και παίζεται.

 

Περιγραφή
Το κανονάκι ή ψαλτήριο αποτελείται από ένα ηχείο σε σχήμα ορθογωνίου τραπεζίου, πάνω στο οποίο είναι τεντωμένες οι χορδές (από έντερο ή από πλαστική ύλη) κατά μήκος των δυο παραλλήλων πλευρών του. Στο καπάκι (δηλαδή την ξύλινη επιφάνεια κάτω από τις χορδές) ανοίγονται μια ή περισσότερες τρύπες, συχνά διακοσμημένες. Στην αριστερή πλευρά βρίσκονται τα μανταλάκια ή μαντάλια, ένα είδος από κινητούς καβαλάρηδες, σε σειρά, που με το ανέβασμα ή το κατέβασμά τους υψώνουν ή χαμηλώνουν το ύψος των φθόγγων. Κάθε φθόγγος μπορεί να έχει από τέσσερα μέχρι 13 περίπου μανταλάκια. Στη δεξιά πλευρά, όπου βρίσκεται ο καβαλάρης όλων των χορδών, το κανονάκι δεν έχει ξύλινο αλλά δερμάτινο καπάκι περίπου 15 εκ. (από δέρμα ψαριού, σκύλου ή μοσχαριού), πάνω στο οποίο πατάει ο καβαλάρης.

 

Τρόπος παιξίματος
Το κανονάκι παίζεται κρατημένο πάνω στα πόδια του οργανοπαίκτη (όταν είναι καθιστός φυσικά), με δυο πένες ή νύχια, όπως λέγονται, που προσδένονται στους δείκτες των δυο χεριών με μεταλλικές δαχτυλήθρες. Τα νύχια, κατασκευασμένα από ταρταρούγα (κέλυφος χελώνας) ή πλαστική ύλη, είναι τεχνητά και αποτελούν προέκταση των φυσικών νυχιών (το κανονάκι είναι νυκτό όργανο). Ο εκτελεστής με αυτά τσιμπάει τις χορδές, συνήθως με το αριστερό χέρι τις χαμηλές και το δεξί τις ψηλότερες.

Θεωρείται το καταλληλότερο μουσικό όργανο για μελέτη και κατανόηση της Ανατολικής Μουσικής (ήχοι και Μακάμ) και επάνω του κουρδίζονται και συγχρονίζονται (πατάνε) τα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας κάτι δηλαδή σαν το πιάνο της Δυτικής μουσικής.

Το ιδιαίτερο του ηχόχρωμα και οι ανεξάντλητες δυνατότητες του βοήθησαν στην εξάπλωση του και σήμερα ομορφαίνει τις μουσικές όλου του κόσμου.

 

Οι φθόγγοι αποτελούνται από τρεις χορδές ο καθένας, κουρδισμένες όλες στον ίδιο τόνο. Η μελωδική έκταση του οργάνου είναι τρεις οκτάβες και τρεις νότες, ξεκινώντας από χαμηλό Λα έως ψηλό Ρε. Επομένως το κανονάκι, συνήθως, έχει 72 χορδές. Οι νότες βρίσκονται σε αλληλουχία μεταξύ τους, δηλ. η μια μετά την άλλη (κάτω οι χαμηλές και προς τα πάνω οι ψηλότερες) και είναι κουρδισμένες στη διατονική κλίμακα (χωρίς διέσεις και υφέσεις). `Ετσι ο οργανοπαίκτης έχει μπροστά του την κλίμακα της μελωδίας που παίζει.

Ανάλογα πάντα με το μακάμ που θα παιχτεί, μπορεί να αλλάξει με τα μανταλάκια την οξύτητα των φθόγγων κατά μερικά μόρια (είτε στην αρχή του κομματιού είτε κατά τη διάρκειά του – εκεί φαίνεται και η δεξιοτεχνία του) κι έτσι μπορεί να σχηματίζει διάφορα μακάμ, ως εξής (στο Τούρκικο κανονάκι): Όταν τα 6 πρώτα (από αριστερά) μανταλάκια μίας χορδής είναι ανεβασμένα, η νότα που παράγεται είναι η «φυσική» (του διαπασών). Όταν όλα τα μανταλάκια είναι κατεβασμένα, η νότα είναι ύφεση 5 μορίων σε σχέση με τη φυσική νότα της χορδής, ενώ όταν όλα τα μανταλάκια είναι ανεβασμένα, η νότα είναι ένα ημιτόνιο ψηλότερα από την φυσική νότα της χορδής. Ενδιάμεσα σχηματίζονται όλες οι αλλοιώσεις νοτών του Τούρκικου μουσικού συστήματος. Το κανονάκι επομένως μπορεί να παίξει όλα τα διαστήματα και τις υποδιαιρέσεις του τόνου και γι’αυτό το λόγο είναι αρκετά χρήσιμο και στην εκμάθηση της Βυζαντινής Μουσικής.

 

Το κανονάκι απαντάται κυρίως στα Θρακιώτικα, σε Κωνσταντινουπολίτικα και Μικρασιάτικα τραγούδια. Από τους πιο γνωστούς οργανοπαίκτες σήμερα είναι οι Ν. Στεφανίδης, Π. Ταμπούρης, Π. Δημητρακόπουλος, Μ. Κουτσαγγελίδης, Μ. Καρπάθιος και άλλοι.

 

Περισσότερα στο www.teamgr.gr

: melwdos

Κοινοποίηση

Γράψτε το σχόλιο σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

12 − five =