Υπήρξε κάποτε ένα βιολί

 

Το βιολί, που εδώ και 350 χρόνια θεωρείται ο βασιλιάς των οργάνων, υπήρξε στις αρχές τις ιστορίας του ένα όργανο που απλώς συνόδευε τη μουσική σε χορούς και πανηγύρια και οι βιολιστές είχαν τη φήμη κατώτερων μουσικών!
Τα αριστουργήματα των μεγάλων Ιταλών κατασκευαστών έχουν πολλές φορές ανυπολόγιστη αξία ξεπερνώντας τα 350.000.000 δρχ, δηλαδή περίπου 1.000.000 ευρώ!

 

Το Βιολί είναι έγχορδο μουσικό όργανο που παίζεται με δοξάρι. Έχει τέσσερις χορδές διαφορετικού πάχους (σολ, ρε, λα, μι), που κουρδίζονται κατά διαστήματα πέμπτης και η μουσική του έκταση περιλαμβάνει 44 χρωματικούς φθόγγους. Το Βιολί στηρίζεται στον ώμο ενώ με το ένα χέρι ο μουσικός απλώς πιέζει τις χορδές χωρίς να το κρατά καθόλου ενώ με το άλλο κινεί το δοξάρι επάνω στις χορδές. Το βιολί εμφανίστηκε τον 16ο αιώνα ως εξέλιξη του μεσαιωνικού Φιντλ (αγγλ. fiddle), του ιταλικού Λύρα ντα μπράτσο (ιταλ. lira da braccio) και του Ρεμπέκ. Τη σημερινή μορφή του την πήρε κυρίως στην Ιταλία, όπου μεγάλες οικογένειες κατασκευαστών όπως οι Αμάτι, Γκουαρνέρι και Στραντιβάριους, δημιούργησαν θαυμάσιας ακουστικής όργανα που μέχρι και σήμερα θεωρούνται αξεπέραστα. Κατά την εποχή της αναγέννησης δημιουργήθηκαν σημαντικές σχολές βιολιού, που άκμασαν στη Βενετία, τη Μπολώνια, τη Φλωρεντία, τη Ρώμη, και σε άλλες Ιταλικές πόλεις. Τα πρώτα βιολιά χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση έργων λαϊκής και χορευτικής μουσικής. Κατά τον 17ο αιώνα το βιολί αντικατέστησε τη βιόλα ντα γκάμπα ως το σημαντικότερο έγχορδο στη μουσική δωματίου.
Οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες έγραψαν μουσική για σόλο βιολί, μεταξύ των οποίων οι δάσκαλοι του Μπαρόκ Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, και Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ αλλά και σημαντικοί συνθέτες της κλασικής εποχής όπως οι Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ και Λούντβιχ βαν Μπετόβεν.

 

Κατασκευή
Το σώμα (σκάφος) του βιολιού αποτελείται από δύο κυρτές επιφάνειες, τη ράχη που κατασκευάζεται από σκληρό ξύλο (σφεντάμι) και το καπάκι (αρμονική τράπεζα) που κατασκευάζεται από μαλακό ξύλο (πεύκο ή έλατο,). Η κυρτότητα των επιφανειών δεν προκύπτει με μηχανικό τρόπο, αλλά δημιουργείται με κατάλληλη κοπή από το σώμα της πρώτης ύλης.

Το μπράτσο του βιολιού κατασκευάζεται από σφεντάμι και καταλήγει στον κοχλία, στον οποίο ανοίγονται τρύπες για να τοποθετηθούν τα κλειδιά. Επάνω στο μπράτσο κολλιέται η γλώσσα από έβενο ή ροδόξυλο. Από το ίδιο υλικό είναι και ο χορδοστάτης, στον οποίο στηρίζονται οι χορδές. Ανάμεσα στη γλώσσα και το χορδοστάτη βρίσκεται ο καβαλάρης, ο οποίος στηρίζεται σε δύο ποδαράκια και έχει προορισμό να μεταφέρει τις ταλαντώσεις των χορδών στο καπάκι, το οποίο με τη σειρά του τις μεταφέρει στην κοιλότητα του σκάφους. Πάνω στο καπάκι, στην άκρη του χορδοστάτη υπάρχει μία υποδοχή που εξυπηρετεί το κράτημα του βιολιού με το σαγόνι.Το καπάκι στηρίζεται από κάτω με μια λεπτή ξύλινη μπάρα που περνά κατά μήκος του ηχείου και σφηνώνεται στο καπάκι συμβάλλοντας στην αντίχηση του οργάνου. Στο εσωτερικό του οργάνου, κάτω από το πόδι εκείνο του καβαλάρη όπου επάνω του περνάει η «ψειλότερη» χορδή και σφηνωμένη ανάμεσα στο καπάκι και στη ράχη του βιολιού βρίσκεται η ψυχή: ένα λεπτό ραβδάκι από πεύκο που μεταβιβάζει τις ταλαντώσεις των χορδών στη ράχη του οργάνου, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του χαρακτηριστικού ήχου του βιολιού.

 

Το δοξάρι του βιολιού είναι ένα τόξο, με το οποίο τεντώνονται 150-250 τρίχες αλόγου. Οι τρίχες αλείφονται με ρετσίνι για να “πιάνουν” καλύτερα στις χορδές. Οι τέσσερις χορδές του βιολιού που κατασκευάζονταν αρχικά από έντερο ζώων και αργότερα από χαλκό και από χάλυβα, κουρδίζονται σε αποστάσεις πέμπτης (σολ,ρε,λα,μι).Το συνολικό του μήκος του είναι 600 χιλιοστά.
6
Η έκταση ήχων του βιολιού καλύπτει τέσσερις οκτάβες, από το σολ μέχρι το σολ4. O χαρακτηριστικός συνεχής ήχος του βιολιού δημιουργείται με γλύστριμα του δοξαριού πάνω στις χορδές. Με έλεγχο στην πίεση και την ταχύτητα του δοξαριού, το οποίο λειτουργεί ως προέκταση του ενός χεριού και με κατάλληλες κινήσεις και λαβές των δακτύλων του άλλου χεριού στις χορδές, επηρεάζει ο βιολινίστας κατά την εκτέλεση ενός μουσικού κομματιού:

– τη δυναμική (από molto pianissimo μέχρι molto fortissimo,)
– τους εκφραστικούς χρωματισμούς (π.χ. παθητικά, τραγουδιστά, με κέφι, θριαμβευτικά, θλιμμένα)
– και την άρθρωση μεταξύ των φθόγγων, όπως το πηδηχτό (saltato), το τονισμένο(marcato), το τρεμουλιαστό (tremolo), το τσιμπητό (pizzicato) ,τις τρίλιες(trillo), τους αρπισμούς (arpeggio), με γλύστρημα (glissando) κ.ά.

 

Περισσότερα: TeamGr

: melwdos

Κοινοποίηση

Γράψτε το σχόλιο σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

1 × five =